Κυριακή 29 Μαΐου 2016

Το κάστρο, η δράση και θαλασσινές ιστορίες,

 
 
ΣΤΗΣ ΓΡΑΜΒΟΥΣΑΣ Τ’ ΑΚΡΩΤΗΡΙ...
 
Του ΣΠΥΡΟΥ Μ. ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ*
 
Στης Γραμβούσας τ’ ακρωτήρι
εγλεντούσα μιά φορά / με ‘ναν Κρητικό ψαρά.
Μ’ ένα γέρο καπετάνιο
που ‘χε βάρκα την χαρά / στης Γραμβούσας τα νερά.
Πλανεύτρα θάλασσα, / θάλασσα λεβεντοπνίχτρα
που ‘ναι ο γέρος μερακλής / ο παλιός τραγουδιστής
Το Ακρωτήρι, Τραγούδι
Τούτοι οι στοίχοι έρχονται από πολύ μακριά, από πολύ παλιά. Το τραγούδι «Στης Γραμβούσας τ’ ακρωτήρι» είναι χιλιοτραγουδισμένο και το κουβαλά στο δισάκι της έτη πολλά, η κρητική παράδοση. Ανήκει -κι όχι άδικα- στην κατηγορία των αγαπημένων παραδοσιακών τραγουδιών, που οι άνθρωποι μαθαίνουν να τα σιγοψιθυρίζουν από μικρά παιδιά και τους ακολουθούν μέχρι το τέλος του βίου τους.
Πως συνέβη όμως ένας μικρός και έρημος σήμερα τόπος, να συγκίνησε και να ενέπνευσε τον λαϊκό δημιουργό, ώστε να υμνήσει με τόσο πάθος την θάλασσα (πλανεύτρα θάλασσα, θάλασσα λεβεντοπνίχτρα) αλλά και να τον κάνει να φιλοσοφήσει; (όλα τ’ άρμενα αρμενίζουν / με πανιά και με κουπιά). Κι ακόμη, τι ήταν αυτό που έκανε ένα σπουδαίο συγγραφέα ναυτικών διηγημάτων, τον Κωνσταντίνο Ράδο, να γράψει το 1912 ένα υπέροχο διήγημα με τίτλο: «Ο πειρατής της Γραμβούσης»; Ένα διήγημα που περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τη ζωή των ανθρώπων, ναυτικών και μη, στα νησιά του Αρχιπελάγους τον 18ο αι. και που λίγο πριν το τέλος της ιστορίας, η δράση μεταφέρεται στην Γραμβούσα. Μ’ ένα φινάλε ηρωικό, δραματικό, ευγενικά ερωτικό.
Όταν όμως αναφερόμαστε στα παραδοσιακά τραγούδια όπως αυτό για την Γραμβούσα, δεν πρέπει να τα εξετάζουμε αποκομμένα από το ιστορικό και κοινωνικό περιβάλλον, στα πλαίσια του οποίου αναπτύχθηκαν, διαμορφώθηκαν και λειτούργησαν από τους ίδιους τους ανθρώπους, τη ζωή τους και τα συναισθήματά τους. Ελάτε λοιπόν να γνωρίσουμε μαζί τ’ ακρωτήρι της Γραμβούσας και την ιστορία του κάστρου της.
Το Ακρωτήρι, Ιστορία
Το ακρωτήρι της Γραμβούσας βρίσκεται στην βορειοδυτικότερη άκρη της Κρήτης (γεωγρ. μήκος Ε 23 35’ 0’’ / γεωγρ. πλάτος Ν 35 35’ 00’’). Εξαιτίας της βραχώδους σύστασης του εδάφους, στην αρχαιότητα το ακρωτήρι ονομαζόταν Κώρυκον και τα δύο βραχώδη νησάκια ακριβώς μπροστά, αναφέρονται από τον Στράβωνα ως οι Κωρύκιες νήσοι του Ομήρου.
Το όνομα Γραμβούσα κατά μία άποψη ίσως προέρχεται από το φυτό κράμβη. Το ένα νησάκι ονομάζεται Άγρια Γραμβούσα και το άλλο, που έχει και το κάστρο, Ήμερη Γραμβούσα και είναι -εάν η αναφορά του Στράβωνα αληθεύει- το νησί του Αιόλου της Οδύσσειας. (Φτάσαμε σε πλεούμενο νησί, την Αιολία, που κατοικούσε ο Αίολος, των αθανάτων φίλος. Είχε ένα κάστρο χάλκινο κι απάτητο τριγύρω και γλιστερές ανέβαιναν κι απότομες οι πέτρες. ΟΔΥΣΣΕΙΑ, κεφ. κ΄ στ. 1-4).
Το νησί περιβάλλεται από απόκρημνα βράχια και έχει ύψος 137 μέτρα. Η στρατηγική του θέση ώθησε τους Βενετούς να το οχυρώσουν, καθώς κρίθηκε αναγκαία η κατασκευή κάστρου για την αποφυγή κατάληψης της Κρήτης από τους Τούρκους, κάτι που θα σήμαινε το τέλος της ενετικής κυριαρχίας στην ανατολική Μεσόγειο. Το κάστρο καλύπτει την κορυφή της νησίδας σε έκταση 30 στρεμμάτων και έχει σχεδόν τριγωνικό σχήμα, με την κάθε του πλευρά περίπου 1000 μέτρα. Η πρόταση για οχύρωση έγινε το 1579 από τον Μονεμβασίτη Σοφιανό Ευδαιμονογιάννη, στρατιωτικό στην υπηρεσία της Γαληνοτάτης. Ξεκίνησε αμέσως και ολοκληρώθηκε το 1584 από τον προβλεπτή A. Grimani με σχέδια και επίβλεψη του L. Orsini. Το 1588 όμως, κι ενώ ο οπλισμός του ανήρχετο σε 24 κανόνια, 3.398 βλήματα και 40.000 λίμπρες μπαρούτι, το φρούριο έπαθε μεγάλες ζημιές από κεραυνό που κτύπησε την μπαρουταποθήκη. Οι Βενετοί, ακριβώς λόγω της μεγάλης στρατηγικής σημασίας του, το ξανάκτισαν το 1630 και το κράτησαν στην επικυριαρχία τους και μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους (1669) μαζί με δύο ακόμη νησιώτικα οχυρά, τη Σούδα και την Σπιναλόγκα και τα οποία οργάνωσαν όσο καλύτερα μπορούσαν. Η φρουριακή αρχιτεκτονική του οργάνωση δεν ξεφεύγει από τις βασικές αρχές της οχυρωματικής τέχνης, ωστόσο με την χρήση της πυρίτιδας (14ος αι.) είχε αρχίσει η οικοδόμηση ισχυρότερων και πιο εξελιγμένων οχυρών. Το κάστρο της Γραμβούσας παρέμεινε στην κυριότητα της Γαληνοτάτης μέχρι το 1692, οπότε οι Τούρκοι κατόρθωσαν τελικά να το καταλάβουν, δωροδοκώντας τον Ενετό διοικητή του. Είχε προηγηθεί από μέρους τους τιτάνιος αγώνας προκειμένου να κυριεύσουν τα τρία τελευταία προγεφυρώματα που κατείχε η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας και να ενταχτεί πλήρως η Κρήτη στις κτήσεις της Υψηλής Πύλης.
Το Ακρωτήρι, Πολιτεία
Σε όλη την διάρκεια του 17ου και 18ου αιώνα η κινητικότητα των Σφακιανών καραβοκύρηδων στην θαλάσσια περιοχή μεταξύ δυτικής Κρήτης, Γραμβούσας και Κυθήρων, με δράση εμπορική και πειρατική, ήταν έντονη. Η διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Μαρία Πατραμάνη σε παρουσίαση εργασίας της με θέμα «Σφακιανοί καραβοκύρηδες μεταξύ Κρήτης και Κυθήρων - Η εμπορική και πειρατική τους δράση. (17ος-18ος αι.)» στο Ι’ Διεθνές Κρητολογικό Συνέδριο (Χανιά 10/2006), αναφέρει ότι ο ρόλος των Σφακιανών, οι οποίοι κατά τη διάρκεια της βενετοκρατίας τελούσαν ως ημιαυτόνομη πληθυσμιακή μονάδα, διαφοροποιήθηκε έναντι της βενετικής εξουσίας με την ανάληψη ειδικών υπηρεσιών προς την Γαληνοτάτη κατά τη διάρκεια του Κρητικού πολέμου (1645-1669).
Η συμβολή των Σφακιανών καραβοκύρηδων στην ανάπτυξη του εμπορίου και στη διασφάλιση του ελέγχου στη θαλάσσια αυτή περιοχή για τους Βενετούς, σε μία ανώμαλη για την ναυτιλία περίοδο, υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική. Εξάλλου στον θαλάσσιο αυτό κόμβο μεταξύ Κυθήρων και Πελοποννήσου παρέμεναν ενεργά τα προσφυγικά κύματα εκπατρισθέντων Σφακιανών καραβοκύρηδων που συμμετείχαν σε επαναστατικές κινήσεις στη δυτική Κρήτη, σε όλο τον 18ο αιώνα, με αποκορύφωμα την επανάσταση του Δασκαλογιάννη (1770). Στα επόμενα χρόνια το κάστρο της Γραμβούσας έπαιξε καθοριστικό ρόλο και στον ξεσηκωμό των Ελλήνων ενάντια στους Τούρκους. Όταν οι Κρήτες προσπαθούσαν να οργανώσουν την επανάστασή τους, αποφάσισαν να καταλάβουν πρώτα την Γραμβούσα κι έτσι το 1825 μεταμφιεσμένοι σε τούρκους που θα άλλαζε την φρουρά του κάστρου μπήκαν μέσα και το κατέλαβαν.
Σταδιακά, έγινε καταφύγιο για πάνω από 3.000 άτομα, ήταν η βάση των επιχειρήσεων για τις επαναστατικές ομάδες και χρησίμευσε ως καταφύγιο των Κρητών κλεπτών των γνωστών Χαΐνηδων. (Χαΐνης= αντάρτης, φυγόδικος αλλά για επαναστατικούς λόγους). Έγινε επίσης η έδρα της τριμελούς επιτροπής που διηύθυνε την άμυνα της Κρήτης, αλλά κι από εκεί ξεκινούσαν οι φοβεροί «Γραμπουσιανοί» ή «καλησπέριδες», τα επαναστατικά σώματα, που σκορπούσαν τον τρόμο στους Τούρκους.
Πέρα όμως τον ενθουσιασμό από την αίσθηση και το άρωμα της ελευθερίας που ήταν διάχυτο παντού στην Γραμβούσα, σε αυτή την γωνιά της Κρήτης οι συνθήκες διαβίωσης ήταν υπέρμετρα δύσκολες και πολλοί από τους κατοίκους, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα για τη διαβίωσή τους, επιδόθηκαν συστηματικά στην πειρατεία κουρσεύοντας τα διερχόμενα πλοία μεταξύ Γραμβούσας και Αντικυθήρων. Σε αυτό συνετέλεσε αφενός η γεωγραφική της θέση κι αφετέρου το γεγονός ότι σε εκείνα τα ταραγμένα χρόνια, τα όρια μεταξύ εμπορικής δραστηριότητας, παροχής υπηρεσιών και πειρατείας ήταν δυσδιάκριτα και ασαφή. Εξάλλου τα κρητικά παράλια ήταν μόνιμος στόχος των πειρατών Μπαρμπαρέζων, Μαλτέζων, Γενοβέζων, Καταλανών κ.α. που πολλές φορές και αυτοί κυνηγημένοι κρυβόντουσαν στους φυσικούς όρμους γύρο από το ακρωτήρι της Γραμβούσας.
Σε άρθρο του, ο αξιωματικός ε.α. του Π.Ν. και υπουργός Αλέξανδρος Παπαδόγγονας αναφέρει τα εξής: Είναι αλήθεια ότι στα μέσα της δεκαετίας του Αγώνα, όποτε χαλάρωσε η πολεμική προσπάθεια των Ελλήνων γιατί εξαντλήθηκε ο πλούτος των νησιών, η πειρατεία αποτέλεσε για ορισμένο χρόνο την τροφό της επαναστάσεως κατά θάλασσα. Η πειρατεία από μέρους ελληνικών πλοίων γινόταν σε βάρος κυρίως Αυστριακών και ουδετέρων πλοίων αλλά ακόμη και συμμαχικών των προστάτιδων δυνάμεων. Πρόκειται ασφαλώς για τις γκρίζες πτυχές της Ιστορίας μας που ασφαλώς δεν μειώνουν τον Αγώνα και τις θυσίες του λαού μας για την Ελευθερία. Αυτό βέβαια έβλαψε των Αγώνα γιατί έδωσε επιχειρήματα στους εχθρούς μας να εναντιωθούν, όπως ο Μέττερνιχ που βοηθούσε τους Τούρκους. Η δράση αυτή των πειρατών είχε ξεσηκώσει την κοινή γνώμη της Ευρώπης. Σε σύγγραμμα του Memdelnan, αναφέρεται ότι πάνω στην Γραμβούσα και υπό την προστασία της «Παναγιάς της Κλεφτρίνας» ιδρύθηκε λαμπρά και πυκνοκατοικημένη πόλις, η οποία ασκούσε πειρατεία ως μετοχική επιχείρηση «Πειρατική Δημοκρατία».
Το τελικό κτύπημα κατά της πειρατείας πραγματοποιήθηκε επί των ημερών του Κυβερνήτη της Ελλάδος Ι. Καποδίστρια, ο οποίος συναίνεσε στην επιχείρηση αγγλικής μοίρας υπό του ναύαρχου Hamilton, πλοιάρχου της φρεγάτας CAMBRIAN, κατά της Γραμβούσας (19/1/1828). Την μοίρα αποτελούσαν τα CAMBRIAN και ISIS των 50 πυροβόλων, το RATTLSNAKE των 28, το ZEBRA των 18, το CAMELEON των 10 πυροβόλων, δυο γαλλικές κορβέτες με την συμμετοχή και ελληνικών πλοίων, που ετοιμάστηκαν να επιτεθούν στο φρούριο προκειμένου να συλλάβουν τους θεωρούμενους ως πειρατές. Στον όρμο κάτω από το κάστρο της Γραμβούσας ευρίσκοντο αγκυροβολημένα 14 πειρατικά και δυο κουρσεμένα πλοία, ένα αυστριακό κι ένα εμπορικό των Ιονίων νήσων. Κατά το βομβαρδισμό που ακλούθησε, όλα τα πειρατικά βυθίστηκαν χωρίς να προβάλουν αντίσταση. Γράφει με πολύ γλαφυρό τρόπο ο Κων. Ράδος: Πραγματικώς, τά δικά μας άπ’ τ’ Ανάπλι κι ό κομμοδόρος Χαμιλτών άπ’ τούς μύλους σηκώθηκαν νά πάν νά χτυπήσουν τή Γραμβούσα. ………………… Δεύτερη μέρα, Ρωμηοί καί ξένοι αρμένιζαν όλοι μαζύ. Πέρα, μέσα στήν καταχνιά, μαύρο θεόρατο, άρχισε νά ξεχωρίζη, μέ τής μεγάλαις τάμπιαις του καί τά ψηλά μπεντένια, τό κάστρο τής Γραμβούσας. Στ’ άπάνω καστέλλι δέν ανέμιζε πιά ή μπαντιέρα του Καλλέργη, οί καλοί είχαν φύγει καί τό φοβερό καί περήφανο κάστρο είχε απομείνει στά χέρια των μπαντίδων πού ξαφρίζανε την Άσπρη θάλασσα. Τά τρομπόνια λάμπανε πίσω στής τουφεκίστραις καί τα κανόνια χάσκανε στα μασγάλια, …………… Ο καιρός ήτανε στό μαίστρο. Μπροστά οι δικοί μας, πίσω οί Εγγλέζοι, όλη ή λίνεα κρατούσε ένα μίλι. Κεσέμι πήγαινε μπρός ό καπτάν Αχιλλέας μ’ ένα καινούργιο κορβετάκι, πούχανε φιάξει στον Πόρο. Ο Χαμιλτώνας τούβαλε σινιάλο νά ξεκόψη απ’ τή λίνεα νά πάη νά μιλήση μέ τό κάστρο. Πήρε λοιπόν κάμποσαις βόλταις, ήρθε κοντά, στάθηκε αλλά κάπα, έρριξε μιά κανονιά και σήκωσε σινιάλο παρλάρε. Αμέσως βγήκε όξω μιά σακολέβα…
Τελικά φρουρά Άγγλων, Γάλλων και Ελλήνων εγκαταστάθηκε στο νησί. Ο Άγγλος διοικητής διέταξε να το εγκαταλείψουν και οι τελευταίοι Κρήτες και έδωσε εντολή να κατεδαφιστούν τα σπίτια και τα άλλα κτίσματα που υπήρχαν εκεί. Η ελληνική φρουρά παρέμεινε μέχρι το Σεπτέμβριο του 1830, όταν καταλήφθηκε από αγήματα των ευρωπαϊκών δυνάμεων (Αγγλίας-Γαλλίας-Ρωσίας) για λογαριασμό του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου. Όταν το 1831 περιήλθε στους Αιγυπτίους το κάστρο ερήμωσε, για να τελειώσει έτσι μια ένδοξη αλλά και πολυτάραχη ναυτική περίοδος που κράτησε 250 χρόνια. Έκτοτε μόνιμοι κάτοικοι θα είναι, το μεταναστευτικό γεράκι Μαυροπετρίτης (Falco eleonorae) και οι Γυπαετοί αλλά κι η σιωπή, οι άνεμοι και ο βουβός ήχος των κυμάτων.
Το Ακρωτήρι, Έμπνευση και Επίλογος
Τούτο εδώ το οδοιπορικό στον ιστορικό χρόνο, είχε για πηγή έμπνευσης ένα παλιό κρητικό τραγούδι, που μ’ έναν ήχο ψάλτη έρχεται από το παρελθόν σαν προσευχή. Όμως αυτό το γεγονός δεν πρέπει να παραξενεύει κανένα, γιατί όπως έχει γράψει ο γέροντας της ποίησης Κωστής Παλαμάς:
Οι στίχοι στην πατρίδα μου είνε καθάριο μέλι
Απ’ της καρδιάς βυζαίνονται το άνθος μυστικά,
Μέσα στο νου φυλάγονται, ‘σάν μέσα σε κυψέλη,
Κ΄ είναι στολίδια της χαράς, της λύπης γιατρικά.
* Ο Σπύρος Μ. Θεοδωράκης είναι τραπεζικός κι επίσης αρθρογραφεί στο Περιοδικό ΕΦΟΠΛΙΣΤΗΣ
Βιβλιογραφία-Πηγές
- Τρία κάστρα της Κρήτης, Αντιστρ/γου Ιωάννη Κακουδάκη (06/2003).
- Σφακιανοί καραβοκύρηδες μεταξύ Κρήτης και Κυθήρων, Μαρία Πατραμάνη, (Περίληψη παρουσίασης. 10/2006).
• Ο πειρατής της Γραμβούσης, Κων/νος Ράδος, Εκδόσεις Νεφέλη (1988).
• Περιοδικό εαλλώ, Έκδοση Ναυτικού Ομίλου Ελλάδος (τ. 07/2007).
- Κάστρα και Φορτέτσες της Κρήτης, Ε.Καρποδίνη-Δημητριάδη, Εκδόσεις Αδάμ.
 
 
 
 
Αναδημοσιευσα Από Ρεθεμνιωτικα Νεα

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου