Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2023

Θαύμασε το προορατικό χάρισμα του Αγίου Σπυρίδωνα.

 θαύμασε το προορατικό χάρισμα του Αγίου Σπυρίδωνα.


Ο ΦΙΛΑΡΓΥΡΟΣ ΕΜΠΟΡΟΣ

Κάποια άλλη χρονιά έπεσε μεγάλη κακοκαιρία στο νησί, με αποτέλεσμα να μη μπορέσουν οι χωρικοί να θερίσουν και να μαζέψουν καρπούς από τα χωράφια τους. Μόνο όσοι είχαν μαζεμένα αγαθά στις αποθήκες τους από την προηγούμενη χρονιά μπορούσαν να τρώνε καλά και να διασκεδάζουν. Οι υπόλοιποι φτωχοί άνθρωποι άρχισαν να πεινούν και να δυστυχούν. Όταν πήγαιναν να ζητήσουν βοήθεια από τους πλούσιους, εκείνοι ή τους έδιωχναν με ασπλαχνία ή τους πουλούσαν τα αγαθά με πολύ ανεβασμένες τιμές για να κερδίζουν περισσότερα χρήματα.

Σ’ έναν τέτοιο φιλάργυρο έμπορο πήγε κάποτε να ζητήσει βοήθεια ένας πεινασμένος φτωχός για να θρέψει την οικογένειά του. Με δάκρυα στα μάτια, γονατιστός μπροστά στα πόδια του πλούσιου, τον παρακαλούσε και του έλεγε:

- Σε παρακαλώ, συνάνθρωπέ μου, δάνεισε μου λίγο σιτάρι για να σώσω τα παιδιά μου.

Η πέτρινη, όμως, καρδιά του άσπλαχνου πλούσιου έμενε ασυγκίνητη. Μάταια ο φτωχός εκλιπαρούσε τον φιλάργυρο πλούσιο. Αυτός στεκόταν εκεί, ψυχρά και παγωμένα, χωρίς να καταδέχεται να δώσει μια απάντηση στις δακρυσμένες παρακλήσεις του ρακένδυτου φτωχού.

Όταν είδε ο φτωχός πως άδικα περίμενε μήπως τον συμπονέσει ο άσπλαχνος πλούσιος αποφάσισε, μέσα στη μεγάλη απελπισία του, να καταφύγει στον άγιο Σπυρίδωνα για να πει τον πόνο του.

Ο άγιος τον άκουσε με προσοχή και του είπε:

- Μη στεναχωριέσαι. Αύριο θα δεις το σπίτι σου να έχει πολλά αγαθά, ενώ τον πλούσιο να τον κατηγορούν και να τον κοροϊδεύουν όλοι. Μάλιστα, θα τον δεις να σε παρακαλάει για να πάρεις όσο σιτάρι χρειάζεσαι!

Ο φτωχός νόμιζε πως τα λόγια του αγίου μας ήταν απλώς παρηγορητικά λόγια για να απαλύνουν την δυστυχία του και γι’ αυτό έφυγε λυπημένος για το σπίτι του.

Μόλις έφυγε ο φτωχός, ο άγιος μας αποσύρθηκε στο προσευχητάρι του σπιτιού του. Γονάτισε μπροστά στην εικόνα του Χριστού και Τον παρακάλεσε να προστατέψει τον φτωχό και να παιδαγωγήσει τον άσπλαχνο πλούσιο.

Ενώ έξω ήταν καλοκαιρία, άρχισε σιγά - σιγά να σκοτεινιάζει ο ουρανός και να γίνεται μεγάλη κακοκαιρία. Κατά τα μεσάνυχτα σηκώθηκε μεγάλη καταιγίδα και άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς. Δημιουργήθηκε πλημμύρα και τα νερά παρέσερναν τα πάντα στο πέρασμά τους. Μπήκανε μέσα και στις σιταποθήκες του άσπλαχνου πλούσιου και παρέσυραν όλους τους καρπούς της αποθήκης του. Σιτάρια και όσπρια κυλούσαν τώρα μέσα στους δρόμους.

Την άλλη μέρα, που σταμάτησε η καταιγίδα, είδε ο πλούσιος την καταστροφή που τον βρήκε και θρηνούσε απαρηγόρητος. Η μεγάλη αποθήκη του δεν υπήρχε πλέον.

Οι φτωχοί, μόλις το πήραν αυτό χαμπάρι, βγήκαν έξω στους δρόμους και άρχιζαν να μαζεύουν από τους δρόμους τους καρπούς.

Εντωμεταξύ, ο άσπλαχνος πλούσιος, όταν είδε να αρπάζουν έτσι τον πλούτο του και αυτός να μη μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα, για να δείξει ότι δήθεν είναι φιλάνθρωπος, έλεγε στους φτωχούς να πάρουν όσο σιτάρι ήθελαν.

Ανάμεσα σ’ εκείνους που βγήκαν στους δρόμους για να μαζέψουν σιτάρι και όσπρια ήταν βεβαίως και ο φτωχός της ιστορίας μας, ο οποίος τότε μόλις κατάλαβε τα προφητικά λόγια του αγίου μας και θαύμασε το προορατικό χάρισμα του αγίου Σπυρίδωνα.


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου